Λόγος για τον ΛΟΓΟ

  



Ὁκτώβριος 2015



Ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου δὲν εἶναι βασικὰ πρακτικὸς λόγος, οὔτε διανοητικός• εἶναι καρδιακὸς λόγος. Τὸ μήνυμα πάει κατ᾿ εὐθείαν στὴν καρδιά μας.
Δὲν εἶναι κάτι γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε• αὐτὸ γίνεται στὰ πανεπιστήμια. Οὔτε κάτι γιὰ νὰ τὸ πράξουμε• αὐτὸ συμβαίνει στὰ κοινωνικὰ ἔργα. Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ κύριος σκοπός. Εἶναι κάτι γιὰ νὰ τὸ ζήσουμε, νὰ τὸ αἰσθανθοῦμε. Ἡ κατανόηση καὶ ἡ πράξη ἀκολουθοῦν ὡς ἀποτέλεσμα, ὡς καρπὸς, δὲν προηγοῦνται ὡς σκοπός. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀγκαλιάζει καὶ μεταμορφώνει ὅλο τὸν ἔσω ἄνθρωπο• δὲν περιορίζεται μόνο στὸ νὰ ρυθμίζει τὰ ἐξωτερικά του ἔργα.
Ἡ προσέγγιση στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι θέμα σωστῶν ἐνεργειῶν, ἀλλὰ ὀρθοῦ φρονήματος, δηλαδὴ ὀρθοῦ προσανατολισμοῦ τῆς καρδιᾶς.
Ἂς καλλιεργήσουμε κι ἐμεῖς κάτι ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ κίνηση τῆς ψυχῆς μας. Δὲν ἀρκοῦν μόνο τὰ ἐξωτερικά, ἀλλὰ ἂς βυθιστοῦμε μέσα στὴν καρδιά μας καὶ τότε θ᾿ ἀντικρύσουμε ἕναν ἄλλον κόσμο, τὸν κόσμο ποὺ χρειάζεται μετάνοια γιὰ νὰ τὸν ζήσουμε. Κι ἂν ζήσουμε τὴν μετάνοια μέσα στὴν καρδιά μας, θὰ κατοπτρισθεῖ ὄχι τὸ εἴδωλο τὸ δικό μας, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ἀλήθεια καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.








                ΜΗΝΥΜΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2014


Στὸ ξεκίνημα τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων, στὴν ἀρχὴ αὐτοῦ τοῦ σαρανταημέρου, παρουσιάζεται ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία προεικονίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ τῆς Θείας Οἰκονομίας. Εἶναι μιὰ γιορτὴ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται ὡς γεγονὸς μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας ἀντλεῖ τὶς πληροφορίες της ἀπὸ τὰ λεγόμενα ἀπόκρυφα εὐαγγέλια. Εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς λίγες ἐξαιρέσεις ποὺ κάνει.

Παρουσιάζεται ἡ Θεοτόκος νὰ προσφέρεται στὸν ναὸ σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν. Τί θὰ εἶχε νὰ πεῖ ἕνα τέτοιο γεγονὸς καὶ γιατί νὰ εἶναι τόσο σημαντικὸ στὴν ἀντίληψη τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τὸ προσφέρουν μέσα ἀπὸ τὴν δική τους γραφίδα καὶ τὸν δικό τους λόγο ὡς τροφὴ στοὺς πιστοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία; Εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἱστοριούλα ἢ μήπως ἕνα θεολογικὸ γεγονὸς ποὺ ἔχει καὶ κάποια ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας;

Ἡ Ἐκκλησία μας τὸν θησαυρὸ καὶ τὴν περιουσία τῆς Θεοτόκου δὲν τὸν ἔχει μόνο γιὰ νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε μηχανικά, ἀλλὰ τὸν ἔχει τοποθετημένο στὴν καρδιά τῆς θεολογίας της, δηλαδὴ στὴν καρδιά τοῦ μυστηρίου τῆς ἀληθείας της, καὶ τὸ προσφέρει πρὸς οἰκοδομὴ ὅλων μας.

Τὸ γεγονὸς τῆς ἐκ παρθένου γεννήσεως τοῦ Κυρίου εἶναι εξαιρετικῆς σπουδαιότητας. Ὁ Κύριος δὲν ἦρθε σὲ αὐτὸν τὸν κὸσμο μὲ τὸν φυσιολογικὸ τρόπο ποὺ ὅλοι ἐμεῖς ἔχουμε ἔρθει, ἀλλὰ ἔχει ἔρθει μὲ κάποιον μυστηριακὸ καὶ θαυματουργικὸ τρόπο• προέρχεται ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.

Ἡ ὑπογράμμιση τῆς παρθενικότητος τῆς προελεύσεως τοῦ Κυρίου ἔχει δυὸ βασικὰ στοιχεῖα. Τὸ ἕνα εἶναι ὅτι ἔπρεπε μὲ θαῦμα νὰ ἔρθει ὁ Κύριος, μὲ ὑπερφυσικὸ δηλαδὴ τρόπο, καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔρθει μὲ πεντακάθαρο τρόπο. Ἡ ἔννοια, λοιπόν, τῆς παρθενικῆς γεννήσεως ἀφενὸς μὲν σημαίνει τὸ μὴ φυσιολογικὸ ἀλλὰ ὑπερφυσικό, καὶ ἀφετέρου τὸ καθαρό, τὸ ἀμόλυντο. Καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ συναντῶνται στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ συζητᾶ. Εἶναι μυστήριο• δὲν τὸ διαπραγματεύεται.

Στὴν σημερινὴ ἐποχὴ μὲ ὅλον αὐτὸν τὸν ὀρθολογισμὸ ποὺ ὅλα τὰ ἀμφισβητεῖ, ἡ Ἐκκλησία μὲ μεγάλη σταθερότητα, λιτότητα καὶ σαφήνεια τὸ προσφέρει γιὰ ὅλους μας αὐτὸ τὸ γεγονός ὡς ἀλήθεια, τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ δεχθοῦμε στὴν ψυχή μας καὶ νὰ τὴν μεταμορφώσουμε σὲ πνευματικὴ ἐμπειρία.

Ἡ γιορτὴ αὐτή, λοιπόν, εἶναι ἀφιερωμένη στὴν καθαρότητα τῆς Θεοτόκου καὶ προκαλεῖ τὸν κάθε ἕναν μας σὲ μιὰ καθαρότητα βίου. Ἀλλὰ μήπως θὰ πρέπει λίγο νὰ καταλάβουμε ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ πολυδιάστατη καθαρότητα τῆς Θεοτόκου;

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ἡ Παναγία εἶναι ἡ καθαρότητα στὴν προέλευση. Καὶ ἡ δική της γέννηση ἦταν κατὰ τὸ δυνατὸν ἡ πιὸ καθαρὴ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει. Αὐτὸ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ γονεῖς της ἦταν στεῖροι καὶ «ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν» (Λουκ. α΄ 7), δηλαδὴ δὲν εἶχαν μπορέσει νὰ κάνουν παιδὶ καὶ εἶχαν γεράσει οἱ ἄνθρωποι. Καὶ αὐτὴ ἔρχεται μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, διότι δὲν εἶναι φυσικὸ δυὸ γέροντες νὰ γεννήσουν ἕνα παιδί. Ἔρχεται στὸν κόσμο καὶ μὲ καθαρὸ τρόπο, διότι πλέον ἡ γέννησή της ἀπὸ ἡλικιωμένους γονεῖς δὲν εἶναι καρπὸς ἐπιθυμίας πρὸς ἡδονὴ ἀλλὰ καρπὸς ἐπιθυμίας πρὸς τεκνογονία, γιὰ νὰ γεννηθεῖ ἕνα παιδὶ καὶ μόνο. Γιὰ αὐτὸν τὸν λὸγο ἡ προέλευση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἐκ γονέων οἱ ὁποῖοι ἦταν στεῖροι καὶ γέροντες.

Δὲν ἔχει ὅμως μόνο τὴν καθαρότητα στὴν προέλευσή της. Ἔχει τὴν καθαρότητα στὸν λόγο της. Ἂν ἀνοίξει κανεὶς τὰ εὐαγγέλια, δὲν θὰ δεῖ φλυαρίες ἀπὸ τὸ στόμα τῆς Παναγίας, δὲν θὰ συναντήσει διαλέξεις καὶ διδασκαλίες. Ἡ διδασκαλία ἀνήκει μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ὁμολογία στὰ χείλη τῶν ἀποστόλων• καὶ ἀπὸ τὴν Παναγία μόνο λίγες λέξεις σὲ τρεῖς περιστάσεις. Ἡ μιὰ συνδέεται μὲ τὴν συνάντησή της μὲ τὴν Ἐλισάβετ, ἡ ὁποία στὴν οὐσία εἶναι μιὰ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ συνάντησή της μὲ τὸν Κύριο στὸν ναὸ, ὅταν ἦταν δωδεκαετὴς καὶ χάθηκε. Ἐκεῖ ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία της προκαλῶντας τὸν Κύριο νὰ τῆς πεῖ ὅτι πατέρας καὶ μητέρα μου δὲν εἶστε ἐσεῖς, οἱ βιολογικοὶ ἴσως γονεῖς μου, ἀλλὰ πατέρας μου εἶναι ὁ ἐν οὐρανοῖς Πατέρας. Καὶ τρίτον, χρησιμοποιεῖ τὰ λόγια της, γιὰ νὰ προκαλέσει τὸ θαῦμα τῆς Κανᾶ. Λέει στὸν Υἱό της «οἶνον οὐκ ἔχουσι» (Ἰω. β΄ 3), τέλειωσε τὸ κρασί, καὶ ἀμέσως ὁ Κύριος κάνει τὸ θαῦμα. Τρεῖς καὶ μόνο φορές. Δὲν χρησιμοποιεῖ πολύ τὸ στόμα της, ὅπως ἐμεῖς συνήθως κάνουμε δυστυχῶς καὶ περισσότερο ἁμαρτάνουμε μὲ τὸ στόμα παρὰ ἐξαγιάζουμε τὸν λόγο μας.

Τρίτη καθαρότητα• δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς θύραθεν κοσμικῆς γνώσεως. Ἐμεῖς, ἂν τὸ παιδί μας πάει στὰ πανεπιστήμια, ἂν ἔχει πάρει διπλώματα, καμαρώνουμε. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι ἡ Παναγία μὲ τὸ νὰ πάει τριῶν ἐτῶν στὸν ναὸ μετεμόρφωσε τὸν ναὸ σὲ σχολεῖο της, σὲ δικό της ἐκπαιδευτήριο. Δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς ἐγκόσμιας, φυσικῆς, παχυλῆς γνώσεως. Ἀπέκτησε ὅμως τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ναό. Ἀνετράφη καὶ μεγάλωσε μὲ αὐτὴν τὴν ἀδολότητα καὶ ἀθωότητα. Ὂχι ὅτι εἶναι κακὸ νὰ μαθαίνουμε γράμματα, ἀλλὰ εἶναι μεγάλο αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου: ὅτι ἡ γνώση της, ὁ κόσμος της ὅλος, ἦταν τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸ ἔμαθε μέσα στὸν ναὸ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.

Τὸ τρίτο λοιπὸν γνώρισμα εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς διάνοιας καὶ τῆς σκέψης.

Τέταρτο στοιχεῖο• ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Δὲν εἶχε καρδιὰ λερωμένη ἀπὸ ἐπιθυμίες, ἀπὸ ἀπαιτήσεις, ἀπὸ ἐσωτερικές, ψυχολογικὲς ἀνάγκες. Αὐτὸ φαίνεται στὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἐνῶ τῆς προτείνει ὁ ἄγγελος τὸ μυστήριο τῆς ἐξ αὐτῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου παρθενικῶς, αὐτὴ ἡ ἴδια ταπεινῶς ὑποτάσσεται στὴν δική του ἐπιμονὴ λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. Α΄ 38). «Δὲν καταλαβαίνω γιατί σὲ ἐμένα καὶ δι᾿ ἐμοῦ τὸ μυστήριο, ἀλλὰ ἀφοῦ τὸ λὲς κάτι παραπάνω ξέρεις ἀπὸ ἐμένα, ἂς γίνει σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου». Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ ἔχουν ὀρθολογισμό. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ εἶναι μολυσμένες ἀπὸ φιλοδοξίες, ἀπὸ προσωπικὲς ἐπιθυμίες, ἀπὸ ἄκρατα θελήματα. Ἐλεύθερη ἀπὸ αὐτὰ μᾶς τὸ πιστοποιεῖ μὲ τὸν λόγο της καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς της.

Βέβαια θὰ ἦταν παράλειψη ἂν δὲν ὑπογραμμίζαμε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, αὐτὴν τὴν ἁγνότητα γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ἦταν βασικὴ καὶ ἀπαραίτητη προϋπόθεση, γιὰ νὰ μπορέσει ἀπὸ τὸ ἴδιο σῶμα νὰ δώσει φυσικὴ καὶ βιολογικὴ ὑπόσταση στὸν Κύριο.

Θὰ κλείσω καὶ μὲ μιὰ ἕκτη καθαρότητα ἡ ὁποία εἶναι λίγο δύσκολο νὰ τὴν καταλάβουμε, ἁπλῶς ὅμως θὰ τὴν ἀναφέρω. Ἡ Παναγία ὀνομάζεται «ἀειπάρθενος» ποὺ σημαίνει ὅτι τὴν παρθενικότητά της δὲν τὴν ἔχασε μὲ τὸν χρὸνο, δὲν ἦταν παρθενικὴ μόνο γιὰ νὰ γεννήσει τὸν Κύριο ἡ μήτρα της, ἀλλὰ παρέμεινε παρθενικὴ καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή της διὰ παντός. Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀειπάρθενος, πάντοτε παρθένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ χρόνου. Δὲν εἶχε τοὺς λεκέδες ποὺ ἀφήνει ὁ χρόνος πάνω στὴν πορεία ἑνὸς ἀνθρώπου. Πολλὲς φορὲς ζοῦμε μιὰ ἐμπειρία, ἔχουμε μιὰ ἔξαρση, ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ σὲ κάποια χαρὰ πνευματικὴ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ἔρχονται τὰ γεγονότα, διαδέχονται οἱ καταστάσεις ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ οἱ λεκέδες τοῦ χρόνου μπαίνουν πάνω στὴν ζωή μας σὰν σφραγίδες ποὺ δὲν βγαίνουν μετά.

Τί καθαρότητα λοιπὸν γενικευμένη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου! Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὴν ἀξιώνει ὁ Κύριος νὰ ἔχει ἄλλα τέσσερα χαρακτηριστικά. Ἔχει τέσσερα ὀνόματα ποὺ τὰ ἀκοῦμε νὰ ἐπαναλαμβάνονται στοὺς θεομητορικοὺς ὕμνους.

Εἶναι πρῶτον ἡ πύλη του οὐρανοῦ• εἶναι πόρτα μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσέρχεται κανεὶς στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἕναν χῶρο δὲν μπαίνεις ἀπὸ τὸν τοῖχο. Χρειάζεται νὰ μπεῖς ἀπὸ μιὰ πόρτα. Καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ σὰν κυρία εἴσοδό του ἔχει τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Εἶναι ἡ πύλη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ.

Δεύτερον• ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χῶρος ποὺ φανερώνει ὁ Θεός τὰ μυστικά του, χῶρος ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους. Κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποκαταστήσει μιὰ πνευματικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, γνωρίζει ὄχι τὴν Θεοτόκο μόνον, κυρίως γνωρίζει τὸν Θεό.

Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ εἶναι καὶ σκηνή τοῦ Θεοῦ, τόπος ἀναπαύσεως τοῦ Θεοῦ, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς πραγματικὰ εὐηρέστησε, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς πραγματικὰ θεωρεῖ ὅτι ὑπάρχει κοινωνία μαζί Του. Ἒτσι εἶναι ἡ Παναγία μας.

Καὶ τέλος, εἶναι καὶ ναός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ τόπος ποὺ φανερώνει τὰ θαύ-ματα τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ ποὺ ξεπερνοῦν τὴν λογική μας, αὐτὰ ποὺ καταργοῦν τὴν παχύτητα καὶ τὴ μικρότητά μας, αὐτὰ ποὺ ἐξαφανίζουν τὴν λογική μας καὶ φανερώνουν τὴν ἄλλη λογική• αὐτὰ ποὺ ἀποκαλύπτουν τὴν ἄλλη ζωή, κατα-δεικνύουν ἕναν ἄλλον κόσμο, τὸν πραγματικὸ κόσμο, τὸν κόσμο στὸν ὁποῖον καλεῖται ὁ καθένας μας νὰ μπεῖ μέσα καὶ νὰ ζήσει.

Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Εἶναι πεντακάθαρο, εἶναι ναός, εἶναι σκηνή, εἶναι κατοικητήριο, εἶναι πύλη στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁδός, γιὰ νὰ ζήσουμε ὁ καθένας μας τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν χαίρεται αὐτὴν τὴν γιορτή, τὴν πανηγυρίζει καὶ θέλει σὲ αὐτὴν τὴν χαρά, σὲ αὐτό τὸ πανηγύρι νὰ συμμετέχουμε ὅλοι ἀνεξαιρέτως.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς μὲ τὸ παράδειγμα τῆς καθαρότητος τοῦ προσώπου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μέσα ἀπὸ τὴν δική της πύλη νὰ εἰσοδεύσουμε ὅλοι στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὕστερα ἀπὸ ἕναν μήνα νὰ τὸν συναντήσουμε κι ἐμεῖς «μεθ᾿ ἡμῶν», μαζί μας, μέσα στὴν καρδιά μας, τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καὶ νὰ κρατήσουμε διαρκῶς αὐτὸν τὸν θησαυρὸ στὴν πορεία μας σ΄αὐτὴν τὴν ζωή, ἕως ὅτου ὑπό τελείαν ἔννοιαν καὶ ὄχι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, ἀλλὰ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, νὰ Τὸν ἀντικρύσουμε στὴν Βασιλεία Του. Ἀμήν.

                                 τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου




Μήνυμα Αὐγούστου

Τὸ πέρασμα τῆς Παναγίας ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο ἦταν ἕνα πέρασμα σιωπῆς, σεμνότητας, ταπεινοφροσύνης καὶ ἡσυχίας· τόσο ἁπαλό, τόσο
ταπεινό, τόσο λιτό. Σὰν νὰ ἔχει μείνει ἐντελῶς ἀμόλυντη ἀπὸ τὴν παχύτητα τῆς ὕλης αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἂν ἀνοίξουμε τὰ Εὐαγγέλια, ποὺ τόσα μᾶς λένε γιὰ τὰ θαύματα, ποὺ τόσα πλούσια πράγματα καὶ περιγραφὲς ἔχουν γιὰ τὶς παραβολές, ποὺ τόσα ἀναφέρουν γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ ζωὴ τῆς Παναγίας, δὲν θὰ βροῦμε σχεδὸν τίποτε ἀπὸ λόγια τῆς Παναγίας.
Δὲν εἶπε, δὲν ἔκανε, δὲν ἔδειξε. Ἦταν. Καὶ αὐτὸ κυρίως τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ Παναγία δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἦταν μέσα στὴν ἱστορία, στὸ ἱστορικό της πέρασμα ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ τώρα εἶναι στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅσο σιωπηλὴ ἦταν στὴν ἐπίγεια ζωή της, τόσο πλούσια στὸν λόγο εἶναι ἡ Παναγία μας αὐτὴ τὴν στιγμὴ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ μποροῦμε καὶ ἐμεῖς κατὰ χάριν, πνευματικά, νὰ ἀποκτήσουμε. Ὅσο λιγότερο ἀκουμποῦμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο -δὲν ἐννοῶ μόνο τὴν ἁμαρτία, ἐννοῶ ἀκόμη καὶ τὰ φυσικὰ πράγματα- τόσο πιὸ πολὺ ἐφοδιάζεται ἡ ψυχή μας μὲ προϋποθέσεις πνευματικῆς καταστάσεως. Ἔφθασε ἡ Παναγία, ὅπως λέει τὸ τροπάριό της, νὰ πεθάνει, ἀλλὰ στὴν οὐσία μὲ τὸν θάνατό της νὰ ζεῖ. Αὐτὸς ἀκριβῶς εἶναι καὶ ὁ δικός μας προορισμός. Μαζί μὲ τὴν Παναγία, φεύγοντας ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο, ἂν λίγο τὸν ἔχουμε ἀκουμπήσει μόνο, πολὺ θὰ ζήσουμε κατὰ πνεῦμα καὶ στὸν χῶρο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς χάριτός Του. Ζῶντας λοιπὸν καρδιακὰ καὶ μυστικά, ἐσωτερικὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, παίρνουμε τὴν αἴσθηση καὶ τῆς Παναγίας, παίρνουμε καὶ τὴν ἀπάντηση, ὅση μᾶς χρειάζεται στὰ προβλήματά μας, παίρνουμε τὴ μυστικὴ καὶ ἐσωτερικὴ ἀνάπαυση στὴν καρδιά μας καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή.
Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου




ΜΗΝΥΜΑ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ



Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀποτελεῖ τὴν περίοδο τῶν πνευματικῶν εὐκαιριῶνκαὶ προσδοκιῶν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν περιμένουμε ὅλο τὸν χρόνο μὲ αὐτὴντὴν ἐσωτερικὴ δίψα, αὐτὰ τὰ ἀπροσδιόριστα πολλὲς φορὲς ὄνειρα, ποὺ ὅμωςεἶναι τόσο βαθειά, γιατί ὑπόσχεται ὁ Θεὸς μεγάλα καὶ γιὰ αὐτὴν τὴν περίοδο,ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴ ζωή μας. Ὁ σκοπός μας εἶναι νὰ ἀνεβεῖ ἡ ψυχή μαςστὸν οὐρανό, νὰ γίνουμε οὐράνιοι ἄνθρωποι. Οἱ μέρες αὐτὲς ποὺ ξανοίγονταιμπροστά μας μᾶς παρέχουν αὐτὴ τὴν δυνατότητα μέσα ἀπὸ τὸν αγῶνα τῆςμετανοίας. Ἂς δοῦμε λοιπὸν μερικὰ ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχειαὐτὸς ὁ ἀγῶνας μας.
Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ συγχώρηση. Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ἡ αἴσθηση τῆςκοινωνίας, τὸ ὅτι εἴμαστε ὅλοι καὶ μαζί, ὁμονοοῦντες καὶ ὁμοφρονοῦντες σὲαὐτὴν τὴν πορεία, σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιδίωξη, σὲ αὐτὴν τὴν προσδοκία τῶν εὐλογιῶντοῦ Θεοῦ. Ἀφήνουμε τὸν δικό μας χῶρο καὶ μπαίνουμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦὅπου χωροῦν ὅλοι καὶ ὅπου δέν μᾶς ξεχωρίζει τίποτε.
Τὸ δεύτερο εἶναι ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὸν χῶρο του Θεοῦ, ἀλλὰ νὰμποῦμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ποὺ ὁ Θεὸς πλέον κυριαρχεῖ, ἐκεῖ ποὺ δὲνπαίζουν ρόλο τὰ κοσμικὰ γεγονότα, ἐκεῖ ποὺ καὶ ἡ δική μας προσωπικὴ ἱστορίαἔχει τὴν σημασία της ἀλλὰ ἐκφυλίζεται -ἂν μποροῦμε νὰ ποῦμε- μπροστὰ στὸπῶς ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ.
Τὸ τρίτο χαρακτηριστικὸ εἶναι ἡ προθυμία στὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν,αὐτῶν τῶν ἀρετῶν ποὺ χρειάζεται στὴν παροῦσα κατάσταση ἡ δική μας ψυχή.Ἂς ἐπικεντρωθεῖ ὁ κάθε ἕνας στὴν ἐργασία τῶν δικῶν του ἀρετῶν, αὐτῶν οἱὁποῖες θὰ τὸν ἀπελευθερώσουν τὸν ἴδιο, αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ δικά τουπαράθυρα ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ μποῦν οἱ ἀχτίδες τῆς θεϊκῆς παρουσίας.
Ὑπάρχει καὶ ἕνα τέταρτο. Εἶναι ἡ προσδοκία καὶ ἡ προετοιμασία γιὰ τοὺςπειρασμούς. Σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο τῶν ὑψηλῶν στόχων, τῶν μεγάλων πόθων,τῶν σπανίων καὶ μοναδικῶν εὐλογιῶν δὲν θὰ ἦταν καθόλου παράξενο νὰβρεθοῦμε μέσα σὲ πειρασμούς, ἀπροσδόκητους, ποὺ δὲν μπορούσαμε ἐκ τῶνπροτέρων νὰ τοὺς φανταστοῦμε. Τί μεγάλη παρακαταθήκη εἶναι αὐτὴ ἡ βοήθειατοῦ Θεοῦ στὴν πάλη κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν ποικίλων πειρασμῶν, ὄχι μόνοκατὰ τῶν παθῶν, ποὺ ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει νὰ διεξαγάγει!Μπαίνουμε λοιπὸν στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ συγχωρούμεθα. Μπαίνουμεστὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἡσυχάζουμε. Ἐργαζόμαστε τὶς ἀρετὲς μὲ προθυμία καὶφιλότιμο. Ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τοὺς πειρασμοὺς καὶ προσευχόμεθα καὶ ζοῦμε τὰσημεῖα τῆς θεϊκῆς βοηθείας.
Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ αὐτὰ τὰ ὑπέρμετραἐσωτερικὰ αἰσθήματα, αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ ὑπερβολὴ καὶ στὴν ἀγάπη μας καὶστὸν πόθο μας καὶ στὸ φιλότιμό μας καὶ στὴν προσδοκία τῆς ἐπισκέψεως τοῦΘεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅλοι μαζὶ στὸ τέλος αὐτῆς τῆς περιόδου νὰἀπολαύσουμε ὑπερβολικὰ καὶ τὰ δῶρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου τὰ ὁποῖα δὲνφυλάσσονται γιὰ τοὺς ἀγγέλους, ἀλλὰ προσφέρονται μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαστὸν κάθε πιστὸ καὶ συνεπῶς στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς.Εὔχομαι σὲ ὅλους νὰ δώσει ὁ Θεὸς καλὴ καὶ εὐλογημένη καὶ παραγωγικὴ καὶκαρποφόρα καὶ χαρούμενη καὶ μὲ πλούσια συγκομιδὴ Μεγάλη πραγματικὰΤεσσαρακοστή, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ ἑβδομάδες νὰ γίνουμε μέτοχοικαι τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἀμήν.
Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου
Μ. Τεσσαρακοστὴ 2014





ΜHΝYMA ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

Η ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ




Ἡ σημερινὴ ἑορτὴ ἀποτελεῖ τὸν μεσαῖο κρίκο μιᾶς ἁλυσσίδας τριῶν ἑορτῶν ποὺ ἐμφανίζουν τὸν Κύριο ταπεινωμένο στὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ θὰ λέγαμε πὼς προκαλεῖ τὴ σκέψη καὶ σκανδαλίζει τὴν πίστη μας.
Ἡ πρώτη εἶναι ἡ κατὰ σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μόλις πρὸ ἑβδομάδος ἑορτάσαμε, ὅπου ὁ Κύριος ἐνδυόμενος τὴν ἀνθρώπινη φύση «κενοῦται », ταπεινοῦται καὶ «λαμβάνει δούλου μορφήν » (Φιλιπ. β΄ 7). 
Ἡ τρίτη εἶναι αὐτὴ ποὺ σὲ λίγες μέρες θὰ ἑορτάσουμε, ἡ Βάπτισις τοῦ Κύριου. Ἐδῶ ἐμφανίζεται νὰ δέχεται ἀκόμη μεγαλύτερη ταπείνωση, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔχοντας ἤδη φορέσει τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀκουμπᾶ ὄχι βέβαια κατὰ τὴν οὐσία ἀλλὰ κατὰ τὸν τύπο, καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴ φοβερὴ ἀρρώστεια της, τὴν πτώση.
Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ σημερινὴ ἑορτὴ, ὅπου ὁ Κύριος δέχεται μιὰ ἐπὶ πλέον ταπείνωση τῆς σαρκός του· εἶναι ἡ ταπείνωση ἐνώπιον τοῦ παλαιοῦ νόμου. Οἱ ὑπόλοιπες δεσποτικὲς ἑορτές, ἡ Μεταμόρφωσις, ἡ Εἴσοδος εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ἀνάληψις, μὲ ἐξαίρεση αὐτὲς τοῦ πάθους ποὺ ὅμως ἀκο-λουθοῦνται ἀμέσως ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, εἶναι ἑορτὲς ποὺ δείχνουν τὴ δόξα τῆς θεότητός Του.
Ἡ σημερινὴ ἑορτὴ εἶναι κάπως δύσκολη στὴν κατανόησή της καὶ κλειστὴ στὸ μήνυμά της. Ἡ περιτομὴ ἀποτελοῦσε παλαιὰ νομικὴ διάταξη τῶν Ἑβραίων. Αὐτὸν τὸν νόμο τῆς περιτομῆς τῆς σαρκός, ἐν ἄκρᾳ ταπεινώσει, «ἐκπληροῖ » ὁ Κύριος σήμερα. Ἡ περιτομή, ὅμως, τῆς σαρκὸς συνδυάζεται μὲ δύο ἄλλες περιτομές· μία πνευματικὴ καὶ μία συμβολική, ποὺ ὑπαινίσσονται μία τρίτη, τὴν μυστικὴ γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὶς πρὸς Ρωμαίους, πρὸς Γαλάτας καὶ πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολές του.
Ἡ πνευματικὴ περιτομὴ εἶναι ἡ τομή, ἡ κατάργηση τοῦ νόμου καὶ ὁ ἐγκαινιασμὸς τῆς χάριτος. «Χριστοῦ περιτμηθέντος ἐτμήθη νόμος, καὶ νόμου τμηθέντος εἰσήχθη χάρις », μᾶς λέγουν οἱ στίχοι τοῦ συναξαρίου. «Παρῆλθεν ἡ σκιὰ τοῦ νόμου τῆς χάριτος ἐλθούσης » (Δοξαστ. ἑσπερ. β' ἤχου), τονίζει ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀποτέμνεται ὁ νόμος, ἀπογυμνώνεται ἀπὸ κάθε τι ἐπουσιῶδες καὶ ἀνελεύθερο καὶ προσφέρεται στοὺς πιστοὺς ἡ ἐλευθερία τῆς χάριτος.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία τρίτη περιτομὴ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴ τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ νόμου. Εἶναι ἡ περιτομὴ ποὺ ἀναφέρεται στὰ τροπάρια τοῦ κανόνος ὡς σχολιασμὸς τοῦ ὅτι τὸ γεγονὸς ἔλαβε χώραν τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεως. Ἡ ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως αὐτὴ ἀναφέρεται στὴν Καινὴ τώρα Διαθήκη, εἶναι σύμβολο τῆς αἰωνιότητος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ ὄνομα δίδεται τὴν ὀγδόη ἡμέρα. Τὸ ὄνομα εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας τὸ πιστοποιητικὸ τῆς αἰωνιότητος: «Χαίρετε ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς » (Λουκ. ι' 20).
Σήμερα, λοιπόν, ποὺ ἀλλάζει ὁ χρόνος ὡς ἔτος καὶ χρονολογία, καλὸ θὰ εἶναι νὰ γνωρίζουμε ὅτι ἀλλάζει ὁ χρόνος καὶ ὡς οὐσία· μπολιάζεται μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴ χάρι τῆς αἰωνιότητος. Ἡ Περιτομὴ τοῦ Κυρίου σημαδεύει καὶ τὴν περιτομὴ τοῦ χρόνου, τὴ μεταμόρφωσή του σὲ αἰωνιότητα.
Αὐτὲς οἱ τρεῖς περιτομές, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τῆς σαρκός -ἡ οὐσιαστική-, τοῦ νόμου -ἡ πνευματικὴ- καὶ τοῦ χρόνου -ἡ συμβολική-, προεικονίζουν τὴν τελεία, τὴ μυστικὴ περιτομὴ· εἶναι ἡ «ἀχειροποίητος περιτομὴ » τοῦ σημερινοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος (Κολ. β' 11), ἡ περιτομὴ τῆς καρδίας «ἐν πνεύματι οὐ γράμματι » (Ρωμ. β' 29) καὶ (Πράξ. ζ' 51).
Οἱ πρῶτες περιτομὲς στὴν οὐσία σημαίνουν μερικὴ τομή· ὅ,τι μολύνει τὴ σάρκα, ὅ,τι στενεύει τὸ νόμο, ὅ,τι παχαίνει τὸ χρόνο σήμερα κόβεται καὶ ἔτσι μεταμορφώνεται ἡ σάρκα σὲ πνεῦμα, ὁ νόμος σὲ χάρι, ὁ χρόνος σὲ αἰωνιότητα.
Ἡ μυστικὴ ὅμως περιτομὴ εἶναι μιὰ ἀπόλυτη ἐκτομὴ τῶν παθῶν καὶ τοῦφρονήματος τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι αὐτὴ ποὺ τὸν ἄνθρωπο τὸν κάνει ὄχι κυνηγό,
ἀλλὰ μέτοχο τῆς ζωῆς τοῦ πνεύματος, τῆς χάριτος, τῆς αἰωνιότητος, ἀπὸ τώρα ποὺ φοροῦμε ἀκόμη τὴ σάρκα, ποὺ ζοῦμε ἐν χρόνῳ, ποὺ καλούμεθα νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολές. Εἶναι αὐτὴ ποὺ μᾶς μεταμορφώνει σὲ θεϊκοὺς ἀνθρώπους· ποὺ ἐκτέμνει τὰ πάθη μας, περιτέμνει τὴ φύση μας καὶ συντέμνει τὸ χρόνο μας. Μᾶς κάνει νὰ μὴν ζοῦμε ἔντονα τὴ φύση, τὴ σάρκα, τὸν νόμο, τὸν χρόνο.
Παράξενο αὐτὸ τὸ τελευταῖο. Καὶ ὅμως τὸ ἐπιλέγω γιὰ εὐχή. Ὁ χρόνος μας νὰ εἶναι συντετμημένος φέτος, «συνεσταλμένος » (Α' Κορ. ζ' 29). Ὄχι βέβαια, συντετμημένος στὸ μῆκος. Κάθε ἄλλο. Ἀλλὰ συντετμημένος στὴ φυσικὴ οὐσία του. Ὅσο λιγοστεύει σὲ φυσικὴ οὐσία καὶ κοσμικὴ σημασία, τόσο χάνει τὴν
παχύτητά του, λεπτύνεται, μετασχηματίζεται σὲ αἰωνιότητα.
Σᾶς εὔχομαι «χρόνια πολλά», σᾶς εὔχομαι καὶ «χρόνια αἰώνια»· τὰ πολλὰ αὐτῆς τῆς ζωῆς ἀλλὰ καὶ τὰ αἰώνια ποὺ ἀρχίζουν ἀπὸ σήμερα καὶ δὲν τελειώνουν ποτέ.

Καλὴ χρονιὰ καὶ εὐλογημένη!
Ἰανουάριος - Φεβρουάριος 2014

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου




                              ΜHΝYMA ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2013


Ἡ θεία λατρεία ἔχει ἄμεση σχέση μέ αὐτό ποὺ ὀνομάζουμε θεία οἰκονομία. Ἡ θεία λειτουργία εἶναι ἡ ἐπανάληψη τοῦ γεγονότος τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, τοῦ γεγονότος τῆς Πεντηκοστῆς, τοῦ γεγονότος τῆς Μεταμορφώσεως, τοῦ γεγονότος τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, τοῦ γεγονότος τῆς Θείας Ἀναλήψεως. Θυμόμαστε ἀκόμη καί αὐτά ποὺ θά συμβοῦν, τή μέλλουσα κρίση. Θυμόμαστε «τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας»• θυμόμαστε αὐτό ποὺ θά γίνει. Δέν εἶναι ἕνα λεκτικό φραστικό ὡραῖο πρᾶγμα ποὺ λέγεται, ἀλλά εἶναι μιά ἔκφραση τοῦ πῶς ζεῖ κανείς μέσα στήν Θεία Οἰκονομία.

Ὅπως ἐκχύθηκε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ στούς δώδεκα ἀποστόλους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καί δι’ αὐτῶν στόν λαό, μέ τόν ἴδιο τρόπο κι ἐμεῖς σέ κάθε λειτουργία προσδοκοῦμε αὐτή ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά ἐκχυθεῖ ἐπάνω μας καί νά διαφωτίσει τήν ὅλη μας ὕπαρξη.

Ὅπως συνέβη τό γεγονός τῆς Μεταμορφώσεως ἐνώπιον τῶν μαθητῶν καί παρουσίᾳ τῶν προσώπων τοῦ Μωϋσέως καί τοῦ προφήτη Ἠλία, κατά τόν ἴδιο τρόπο κάθε στιγμὴ τῆς θείας λατρείας εἶναι μιά εὐκαιρία -ἔτσι τήν προσφέρει ἡ Ἐκκλησία, ἔτσι καί μόνον τήν ζεῖ-, νά ζήσουμε κι ἐμεῖς τή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἐν ἡμῖν. Ὁ Κύριος παρουσιάζεται «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ», ἀλλοιώτικος ἀπ’ ὅ,τι νόμιζαν, ἀπ’ ὅ,τι Τόν ἤξεραν. Τόν ἐγνώριζαν ὡς διδάσκαλο, ἀλλά στὸ Θαβὼρ ἐμφανίζεται μὲ «τὸ πρόσωπον ἕτερον». Ἕτερον θά πεῖ «ἠλλοιωμένον», «ξένον», ἐνδεικτικὸ τῆς θεότητος. Αὐτήν τήν ἀλλοίωση ἐμεῖς τήν ψάχνουμε στή σχέση μας μέ τόν Θεό.

Ἡ στάση μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὡς πιστῶν καί ὡς Ἐκκλησίας εἶναι στάση συντριβῆς, ταπεινώσεως καί συστολῆς. Ὁ Κύριος ἀποκαλεῖ τούς μαθητές Του φίλους. Αὐτοί ὅμως ποτέ δέν διανοοῦνται νά τόν ἀποκαλέσουν φίλο. Ὁ Κύριος κενώνει διαρκῶς τόν ἑαυτό Του στήν ἱστορία Του. Ἐμεῖς ὅμως ποτέ δέν τολμοῦμε νά ζητήσουμε τήν κένωσή Του. Δέν μποροῦμε νά ζητήσουμε τή σταύρωση καί θυσία Του γιά μᾶς. Αὐτός τό κάνει καί ἐμεῖς ταπεινωνόμαστε. Δέν τό ζητοῦμε. Ποτέ δέν θά μπορούσαμε νά διανοηθοῦμε νά ζητήσουμε τέτοια κένωση ἀπό τόν Θεό. Ἐπίσης ὁ Θεός δίνει σημεῖα καί κάνει θαύματα. Ἐμεῖς ὅμως ποτέ δέν ζητοῦμε σημεῖα καί θαύματα. Ζητοῦμε τήν παρουσία Του. Δέν θέλουμε νά παχύνεται ἐμφανιζόμενος καί ἀποκαλυπτόμενος, ἀλλά νά δοξάζεται ἀενάως κρυπτόμενος. Ὅταν ζητοῦμε τήν ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ, τότε Τόν ξοδεύουμε. Ὅταν Αὐτός ἐμφανίζεται ἀπό μόνος Του, τότε δοξάζεται. Αὐτή εἶναι ἡ σοφία καί ἡ ἀγάπη Του.




Μήνυμα Μητροπολίτου

   Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου∙ εἶναι μυστήριο, ἀποκάλυψη τοῦ ἀπροσίτου καὶ τοῦ ἀκατανοήτου, τὸ ὁποῖο ὅμως εἶναι μεθεκτὸ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο.

   Ὁ Κύριος ὅταν μίλησε γιὰ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα Του στοὺς ἑβραίους δὲν στρογγύλεψε τὸν λόγο Του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ Τὸν ἐγκαταλείψουν κάποιοι ἀπαντῶντας ὅτι «σκληρὸς ὁ λόγος οὗτος».

   Ἀλλὰ καὶ στὸ κήρυγμα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅπου τὸ ἄκουσμα ἦταν «ξένον» καὶ τὸ θέαμα «ἕτερον», κάποιοι θεώρησαν ὅτι οἱ ἀπόστολοι «ἦσαν γλεύκους μεμεστωμένοι».

   Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν Παῦλο στὴν Ἀθήνα∙ μίλησε σαφῶς γιὰ ἀναστάντα Χριστό καὶ οἱ ὀρθολογιζόμενοι φιλοσοφοῦντες τῶν Ἀθηνῶν τοῦ ἀπήντησαν εἰρωνικὰ «ἀκουσόμεθά σου καὶ πάλιν».

   Τὰ τρία αὐτὰ δημόσια κηρύγματα παρουσίασαν τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως ὡς μυστήριο, αὐτὴ ἀρχικῶς ἀπερρίφθη, ἡ κατάθεσή της ὅμως ὡς σπόρου στὴν γῆ τῶν τότε κοινωνιῶν βλάστησε καὶ μάλιστα θαυμαστῶς.

   Αὐτὸ ποὺ τελικὰ χρειάζονται τὰ σύγχρονα «ἔθνη» δὲν εἶναι τόσο ἡ κατανόηση τῆς διαλέκτου ὅσο ἡ ἔκπληξη τοῦ μυστηρίου