Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Κυριακὴ ΓΛουκᾶ (Λουκ. ι 16-21)
(18 Ὀκτωβρίου 2015)

Ἡ σημερινὴ μνήμη τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Λουκᾶ τοῦ ἰατροῦ ἀλλάζει, σύμφωνα μὲ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν σειρὰ τῶν Εὐαγγελικῶν παραβολῶν, γιὰ νὰ ἀναγνωσθεῖ πρὸς τιμήν του καὶ πάλι δικό του ἱερὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ἀφορᾷ στὴ διαπίστωση τῶν μαθητῶν ὅτι ἡ ἐξουσία ἡ ὁποία τοὺς δόθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο εἶναι μεγάλη καί ἔμπρακτα ἀποτελεσματικὴ «...Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου...».
Ταυτόχρονα τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ ἀναγνώσθηκε ἀναφέρεται στὴ προσευχητικὴ ἀποκάλυψη τοῦ Κυρίου γι’ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ ἐξουσία· «... Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. Πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται,· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς..», καὶ ὁλοκληρώνεται μὲ τὴ δοξολογικὴ ἀγαλλίαση «...ἐξομολογοῦμαί σοι πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις...».
Ἕνα πραγματικὰ δύσκολο στὴν ἑρμηνεία του καὶ στὸ βαθύτερο περιεχόμενό του κείμενο, τὸ ὁποῖο προσπαθοῦμε νὰ προσεγγίσουμε μὲ λίγες σκέψεις.
Ἀκούοντας ὁ Κύριος τὴ διαπίστωση τῶν μαθητῶν γεμίζει μέσα Του μὲ ἀγαλλίαση, διότι αἰσθάνεται τὴν ἀλήθεια ὅτι «διδακτοὶ» τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι οἱ σοφοὶ καὶ οἱ εὐφυεῖς ἀλλὰ τά νήπια καὶ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου. Αὐτοὶ πηγαῖα μαγνητίζονται ἀπὸ τὴ δύναμη καὶ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σοφοὶ ὅσοι μὲ προθυμία καὶ ταπείνωση δέχονται στὴν καρδιά τους τὸν λόγο Του. Ἀντίθετοι πάντοτε μὲ τὴ δύναμη τῆς σοφίας τοῦ κόσμου, ποὺ ἀποδεικνύεται ἀδύναμη νὰ συλλάβει καὶ νὰ ἀγκαλιάσει τὸν Θεὸ. Ὅσο ἡ γνώση καὶ ἡ σοφία τροφοδοτεῖ τὸν ἄνθρωπο ἀπορρίπτοντας τὸν Θεό, τόσο ἐπιβλαβὴς καὶ τέλος καταστροφικὴ γιὰ τὸν ἴδιο γίνεται, ἀφοῦ θεοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ γνώση ἔτσι ὁδηγεῖ στὸ ἐγώ, τὸ ὁποῖο τότε ἐκτοπίζει ὅτι ἄλλο ὑπάρχει πάνω καὶ πέρα ἀπὸ αὐτὸ τὸ εἴδωλο.
Τυφλωμένος ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμὸ ὁ ἄνθρωπος φυλακίζεται καὶ ζεῖ στὰ ὑπαρξιακά του κενά, χωρὶς τὴ δυνατότητα νὰ τὰ ἐντοπίζει.
Ἀντίθετα οἱ «πτωχοί τῷ πνεύματι» εἶναι οἱ ταπεινοί, οἱ ὁποῖοι στὸ ἀντίκρυσμα τῶν ἄλλων αἰσθάνονται τὴν ἐλαχιστότητά τους, προκαλῶντας ἔτσι πλούσια τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται, ἐμφανίζει τὸ πρόσωπό Του καὶ τοὺς χαρίζει τὴν δυνατότητα κοινωνίας μὲ ὅλους. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ νηπιάζουν στὴν κακία, στὴν ἔπαρση καὶ στὸν ἐγωϊσμό. Νηπίους ὀνόμασε ὁ Κύριος ὅσους βιώνουν τὴν ἁμαρτωλότητά τους, ἐκζητώντας τὸ ἔλεος Του. Ἔλεος ποὺ δὲν αἰσθάνεται ἀνάγκη νὰ ζητᾶ καὶ ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἡ αὐταρέσκεια τῆς γνώσης του τὸν κλείδωσε στὸν ἐγωϊσμό του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς «...ταπεινοῖς δίδωσι χάριν...».
Τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, ἀδελφοί μου, μᾶς ἀνυψώνει σὲ ἄλλο ἐπίπεδο πραγματικότητας καὶ μᾶς προσγειώνει σωστὰ στὶς διαστάσεις του.
Μᾶς καλεῖ νὰ χαιρόμαστε, ὄχι ἐπειδὴ κάτι καλὸ κάναμε, ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει αἰτὶα νὰ ἐγγραφοῦμε στοὺς καταλόγους τοῦ οὐρανοῦ. Δηλαδὴ νὰ περάσει τὸ ὄνομά μας στὴν αἰωνιότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ὄντως ζωὴ ἡ δική μας. Στὸν κόσμο αὐτὸ οἱ ἐπιτυχίες μᾶς δικαιώνουν στὸ ἐπίπεδο τοῦ φαίνεσθαι καὶ εἶναι παροδικὲς καὶ περιορισμένες. Μᾶς ἱκανοποιοῦν προσω-ρινὰ, μὰ δὲν μᾶς γεμίζουν μόνιμα. Μᾶς καθηλώνουν στὴ γῆ, μὰ δὲν μᾶς σπρώχνουν στὸν οὐρανό. Ἀντίθετα οἱ κατὰ Θεὸν ἐπιδιώξεις καὶ στόχοι, μᾶς κάνουν ἀληθινοὺς ἀνθρώπους, πραγματικὰ σοφούς, οὐσιαστικὰ ἔμπειρους, διότι ἐπιτυγχάνονται ὄχι μὲ τὴν δυνατότητα τὴν προσωπική μας ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐνισχύει τὴ δύναμή μας καὶ θεραπεύει τὴν ἀσθένειά μας. Ἡ ἐκπαίδευση αὐτὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν διδάσκεται ὡς κοσμικὴ σοφία, ἀλλὰ γνωρίζεται ὡς μωρία στὴ λογικὴ τοῦ κόσμου καὶ βιώνεται μέσα στὸ κελλὶ τῆς ψυχῆς μας μὲ σιωπὴ καὶ ταπεινὴ καρδιά.

Ἂς ἀγωνιστοῦμε νὰ γίνουμε «διδακτοὶ» Θεοῦ, ἐμφανίζοντας αὐτὴ τὴ διάθεση μαθητείας, ὥστε ὡς μωρὰ καὶ νήπια αὐτοῦ τοῦ κόσμου νὰ ἀποκτήσουμε τὴ βαθειὰ σοφία καὶ τὴν ἀποκαλυπτικὴ σύνεση, ποὺ θά ἀναπαύει τοὺς ἀνθρώπους καὶ θὰ ἐπιβεβαιώνει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ «... ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου...».