Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015


15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Ἡ θεία δόξα της

Ἡ θεία δόξα της
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα κάποιου ­σοφοῦ ἐπιστήμονα, θὰ ἔπρεπε νὰ τὴ συγ­χαροῦμε γιὰ τὶς ζηλευτὲς γνώ­σεις τοῦ παιδιοῦ της.
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς μεγάλου γιατροῦ, ποὺ ἀνακούφισε μὲ τὸ ἔργο του τὸν πόνο πολλῶν ἀνθρώπων, θὰ τὴ μακαρίζαμε ποὺ πολλοὶ τὴν εὐγνωμονοῦν γιὰ τὸν υἱό - εὐεργέτη τους. 
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα κάποιου μεγάλου πολιτικοῦ, κυβερνήτη ἑνὸς λαοῦ, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὴν εὐημερία καὶ στὴν προκοπή, θὰ τὴ ζηλεύαμε γιὰ τὴν προσφορά της στὸ κοινὸ καλό.
   Ἂν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς Ἁγίου, θὰ τὴν τιμούσαμε ὅπως τιμοῦμε τὶς ­μητέρες τῶν Ἁγίων, ποὺ ἔλαμψαν σὰν ἄστρα φωτεινὰ στὴ σκοτεινὴ νύκτα τοῦ ­κόσμου. 
   Ὄχι. Δὲν ἦταν ἡ μητέρα ἑνὸς σοφοῦ ἐ­­­πιστήμονα, ἑνὸς μεγάλου εὐεργέτη, ἑ­­­νὸς σπουδαίου πολιτικοῦ ἢ ἑνὸς Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας.
   Ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρὲτ εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ! Καὶ ὅσο διαφέρει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τόσο διαφέρει ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ κάθε ἄλλη μητέρα. Ἀσύγκριτη, ἀξεπέραστη, μοναδική. Πιὸ καθαρὴ ἀπὸ τὶς ἀκτίνες τοῦ ἥ­­λιου, ἀνώτερη ἀπὸ τὶς ἄυλες καὶ πνευματικὲς ὑπάρξεις τῶν ἀγγέλων, πιὸ τιμημένη ἀπὸ τὰ Χερουβίμ, πιὸ ἔνδοξη ἀπὸ τὰ Σεραφίμ. Ἡ «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», αὐτὴ ποὺ εὐλογήθηκε ὅσο καμιὰ ἄλλη γυναίκα τοῦ κόσμου, ἡ «κεχα­ριτωμένη», ποὺ ἔλαβε ἐξαιρετικὴ χά­ρη, ὥστε χαριτώθηκε ἡ ὕπαρξή της καὶ ἔκλεισε στὰ πανάχραντα σπλάχνα της τὸν χαριτοδότη Κύριο. Γέννησε στὸν κό­­­σμο ὄχι κάποιον μεγάλο σοφό, ἀλλὰ Αὐτὸν ποὺ κατέχει τοὺς θησαυροὺς τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως· ὄχι κάποιον μεγάλο εὐεργέτη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ Αὐτὸν ποὺ «ἰᾶται πάσας τὰς νόσους»· ὄχι κάποιον μεγάλο ἄρχοντα ἑνὸς λαοῦ, ἀλλὰ τὸν αἰώνιο κυβερνήτη τοῦ σύμπαν­τος κόσμου· ὄχι ἕναν Ἅγιο, ἀλλὰ τὸν Ἅγιο τῶν ἁγίων, τὸν μόνο ἀναμάρτητο, τὸν παντέλειο Θεό!
   Ὑπῆρξε στὴ μακρὰ ἱστορία τοῦ ­κό­­σμου ἕνας ἄνθρωπος μοναδικός, μιὰ γυναίκα ἄξια νὰ γεννήσει στὸν ­κόσμο ὄχι ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν Θεὸ ὡς ­ἄνθρωπο!
   Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος! Ἔφερε στὴ γῆ τὸν Θεὸ τοῦ οὐρανοῦ. Ἔφερε ἀνάμεσά μας τὸν παντοκράτορα Κύριο. Μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ δοῦμε μὲ τὰ μάτια μας καὶ νὰ ἀκούσουμε μὲ τὰ αὐτιά μας Αὐτὸν ποὺ δὲν τολμοῦν νὰ ἀτενίσουν οἱ ἄγγελοι. Γέννησε στὸν κόσμο τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου, Αὐ­τὸν ποὺ ἔλυσε τὰ ἔρ­γα τοῦ ­διαβόλου καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν χειρότερο ἐχθρό μας, τὸν θάνατο. 
   Γι’ αὐτὸ ὁ θάνατός της εἶναι ­θρίαμβος, ἡ κοί­μησή της εἶναι ἡ μεγαλύτερη ­γιορτή της, χαρὰ καὶ πανηγύρι τῶν πιστῶν. Γι’ αὐτὴν ποὺ εἶναι ἡ ­Μητέρα τῆς Ζωῆς, θάνατος δὲν ὑ­­­πάρχει. Ὑπάρχει ἔν­δο­ξος κοίμησις, θριαμ­βευ­­τικὴ εἴσοδος στὰ πα­λάτια τοῦ οὐρανοῦ, ὑπάρχει ἡ ἀγαλ­λίαση τοῦ οὐρανίου κόσμου καὶ οἱ ὑπερκόσμιες ­δοξολογίες του, καθὼς ὑποδέ­χεται μὲ δέος καὶ θαυμασμὸ τὴ Μητέρα τοῦ Κυρίου του. «Τὴν σὴν δοξάζουσι Κοίμησιν Ἐξουσίαι, Θρόνοι, Ἀρχαί, Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβίμ, καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ», ψάλλει μὲ ἱερὴ ἔξαρση ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος. 
Μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους χαιρόμαστε καὶ δοξολογοῦμε καὶ οἱ ἄνθρωποι. «Ἀγάλ­λονται γηγενεῖς, ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ ­κοσμούμενοι», συνεχίζει ὁ ὕμνος.
   Ἡ θεία δόξα της κοσμεῖ καὶ ἐμᾶς. Διότι ἄνθρωπος εἶναι, ἑπομένως ἡ ἀπαράμιλλη ἀρετὴ καὶ ἡ μοναδικὴ προσφορά της στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου τιμᾶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.
   Μᾶς κοσμεῖ ἡ θεία δόξα της, διότι ἡ εἴσοδός της στοὺς οὐρανοὺς προμηνύει καὶ τὴ δική μας εἴσοδο, γιὰ νὰ θεωροῦμε ἐκεῖ τὴ δόξα της καὶ τὴ δόξα τοῦ Υἱοῦ της καὶ νὰ τὴν ἀντανακλοῦμε στὰ πρόσωπά μας, αἰνοῦντες καὶ ὑμνοῦντες αὐτὴν καὶ τὸν Σωτήρα Κύριο καὶ Θεό μας στοὺς αἰῶνες.
   Μᾶς κοσμεῖ ἡ θεία δόξα της, διότι καὶ τώρα ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς, «τὸν κόσμον οὐ κατέλιπε», δὲν ­ἄφησε τὸν κόσμο. Ἡ Μητέρα ὅλου τοῦ κόσμου, ἡ Μητέρα τῶν Χριστιανῶν ἔρχεται ἀνάμεσά μας, ἀκούει τοὺς στεναγμούς μας, μᾶς στηρίζει στοὺς ἀγῶνες μας, μᾶς ἀ­­νακουφίζει στοὺς πόνους μας, μᾶς προστατεύει στοὺς κινδύνους, ἡ «φοβερὰ Προστασία», πρεσβεύουσα, μεσιτεύουσα, θαυματουργοῦσα, διασώζουσα.
   Ποιὸν μεγάλο ἄνθρωπο τῆς γῆς, ποιὸν σοφὸ ἢ εὐεργέτη τῆς ­ἀνθρωπότητος ἢ ἀρχηγὸ κράτους τιμᾶ ὁ κόσμος ὅσο αὐ­τήν; Ὅλοι περνοῦν, σβήνουν καὶ χάνονται. Ὅλους ὁ χρόνος τοὺς φθείρει. Μόνο αὐτὴν ὁ χρόνος, ὅσο περνᾶ, τὴν ἀναδεικνύει. Ἡ μορφή της λάμπει περισ­σότερο, τὸ ἔργο της ἐπεκτείνεται, τὰ παιδιά της αὐξάνονται, ­ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι τὴν τιμοῦν, τὴν ­δοξάζουν καὶ προσκυνοῦν. Ἡ θεία της δόξα ­αὐξάνεται περισσότερο καὶ καλύπτει γῆ καὶ ­οὐ­ρα­νό. 
   Γι’ αὐτὸ καὶ ψάλλουμε στὸν Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς: «Ἐξέστη τὰ σύμπαντα, ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου· σὺ γὰρ ἀπειρόγαμε Παρθένε, γῆθεν (ἀπὸ τὴ γῆ) μετέστης πρὸς αἰωνίους μονάς, καὶ πρὸς ἀτελεύτητον ζωήν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσί σε, σωτηρίαν βραβεύουσα».
www.sotir.org
Οὐ θαῦμα θνῄσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην,
Τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος.
Ζῇ ἀεὶ Θεομήτωρ, κἂν δεκάτῃ θάνε πέμπτῃ
.

Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.

Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της.

Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχες.

Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου.

Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ώ Μήτερ τής ζωής».

Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος α’.
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


ορθόδοξος συναξαριστής